katarraktisvillage

Κυριακή βράδυ, είχανε μαζέψει καμιά δεκαριά πουτάνες....

 

Κυριακή βράδυ, είχανε μαζέψει καμιά δεκαριά πουτάνες

έξω από ένα ξενοδοχείο της οδού Μενάνδρου.

Ανάμεσά τους και την Άννα.
Την πετάξανε σε ένα κελί, μαζί με τις άλλες. Η ώρα 11:00.
Σε μισή ωρίτσα πλάκωσαν οι δικηγόροι.
Μια – μια οι αλλοδαπές την έκαναν. Πληρώνανε οι νταβατζήδες τους.
Ξέμεινε η Άννα.
– Ο δικός σου ο δικηγόρος;
– Δεν έχω δικηγόρο…
Οι Αστυνομικοί κάτι μυρίστηκαν. Έχουνε δει πολλά τα μάτια τους.
Την πήραν την Άννα και την πήγαν στον Αξιωματικό Υπηρεσίας.
– Από που ξεφύτρωσες εσύ;
Η Άννα κάτι πήγε να ψελλίσει αλλά δεν της έβγαινε ήχος.
Μόνο ένα δάκρυ. Κι αυτό στεγνό…
Η Αστυνομικίνα, που έκοβε χαρτόσημα στο γραφείο, επηρεάστηκε.
Εντάξει. Δεν είναι και το πιο συνηθισμένο
να βλέπεις Ελληνίδες και καλοβαλμένες κοπέλες σαν την Άννα,
να κάνουν πιάτσα στη Μενάνδρου.
Άσε που είχαν βρει στο τσαντάκι της και κάτι φωτογραφίες.
Κι ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες, ένα βρέφος ολίγων μηνών.
– Το μωρό ποιανής είναι;
– Δικό μου
– Πόσο μηνών;
– Έξι
– Και που το έχεις τώρα;
– Το φυλάει ο άντρας μου
– Και ξέρει ο άντρας σου που γυρνάς
– Όχι, δεν το ξέρει…
Βουβαμάρα. Οι Αστυνομικοί αλληλοκοιταζόντουσαν.
Την αστυνομικίνα την είχε πιάσει το μητρικό της. Μανούλα κι αυτή....
Σηκώνεται, φέρνει στην Άννα λίγο καφέ.
– Γιατί ρε κοπέλα μου;
Έτσι ξερά, ένα «Γιατί». Και σαν τι άλλο να πεις;
Να πεις δηλαδή ότι η Άννα
που έλιωσε βρακάκια να σπουδάσει Φιλοσοφική Αθηνών
κι εξ ον από το ξεφτιλισμένο το πτυχίο
είχε και ένα μεταπτυχιακό στην ιστορία της Τέχνης,
δούλευε τώρα σε ένα πολυεθνικό σούπερ μάρκετ για 480 ευρώ το μήνα;
Κι επιπλέον, την πιάνουν να κάνει πιάτσα στα Χαυτεία;
Στα κωλάδικα που πάνε για να πηδήξουν οι Πακιστανοί;
Πως να το πεις;
Γιατί άμα το πεις, έρχεται η σειρά του να ρωτήσεις
και για πιο λόγο γίνανε όλα αυτά; Και ποιος φταίει;
Και μήπως φταις κι εσύ που γίνανε όλα αυτά, όπως σκατά γίνανε.
Και δεν το λες.
Λες μόνο ένα ξερό «γιατί», που μέσα στη γύμνια του,
είναι ντυμένο με όλα τα θανάσιμα ερωτήματα αυτού του κόσμου…
Γιατί; Γιατί έτσι…
Γιατί πολύ απλά, τα 480 ευρώπουλα
που της δίνουν της Άννας οι πολυεθνικοί (υπερ)αρπάγες
δεν φτάνουν ούτε για το νοίκι με τα κοινόχρηστα.
Γιατί ο άντρας της το έκλεισε το μαγαζί του
και δεν λογίζεται ούτε ως άνεργος,
για να του πετάνε τουλάχιστον ένα επίδομα.
Γιατί αν δεν πλήρωνε το χαράτσι αυτό τον μήνα
θα της κόβανε και το ρεύμα.
Και πάνω απ’ όλα γιατί η Άννα έχει ένα βρέφος έξι μηνών.
Που ξυπνάει τις νύχτες και σπαράζει στο κλάμα,
άμα δεν του έχουν έτοιμο το μπιμπερό με το γάλα.
Και τι γάλα; Όχι το γάλα που πουλάνε στα περίπτερα.
Το άλλο το γάλα. Που είναι για τα μωρά. Το ακριβόν. Το Αλμυρόν…
Γιατί τα βρέφη δεν μπορούν να φάνε ρεβίθια ή φακές
που φέρνει κάθε μεσημέρι ο άντρας της από τα συσσίτια της εκκλησιάς.
Ούτε να καταλάβουν ότι σ’ αυτόν τον κόσμο υπάρχουν άνθρωποι
που βγάζουν σε μια μέρα τόσα ευρώπουλα,
όσα ακριβώς χρειάζεται μια οικογένεια για να ζήσει ένα χρόνο!
Κι ότι αυτοί οι ίδιοι, προκείμενου να βγάλουν άλλα τόσα παραπάνω
(και τι να τα κάνουν γαμώ την τρέλα μου;)
είναι ικανοί να στείλουν στο θάνατο χιλιάδες οικογένειες.
Όχι! Τα βρέφη δεν τα καταλαβαίνουν αυτά.
Τα βρέφη διαθέτουν μόνο τη σοφία της ζωής.
Που λέει ότι κάθε άνθρωπος που έρχεται σε αυτόν τον κόσμο
δικαιούται ένα μερίδιο στο φως, στη τροφή και στην ελπίδα…
Αυτό καταλαβαίνουν τα βρέφη
και αυτό είναι που σε μαχαιρώνει στη καρδιά,
όποτε τ’ ακούς να σπαράζουν στο κλάμα από την πείνα.
Και το Αλμυρόν έχει λεφτά.
Πως να το αγοράσει η Άννα,
που δεν έβρισκε στο πορτοφόλι της παρά μισό σεντ και δυο φωτογραφίες;
Τις φωτογραφίες της ζωής της,
που δεν άξιζε πια ούτε ένα κουτάκι αλμυρόν.
Τη μικρή συσκευασία…
Κι έτσι η Άννα πήρε το τσαντάκι της και την έκανε για την οδό Μενάνδρου.
Τριάντα ευρώπουλα ο πελάτης.
Είκοσι παίρνεις για σένα και δέκα δίνεις στο ξενοδοχείο.
Στήνεις κώλο στον πρώτο βρομιάρη που θα στα δώσει
και μετράς τις φτυσιές.
Ένας, δυο, τρεις πελάτες και να το αλμυρόν και να τα τσιγάρα.
Σου μένει και κάτι τις να αγοράσεις ένα μπουκάλι κρασί
να το πιεις με τον Αλέξανδρο σου (άλλος πτυχιούχος κι αυτός),
να ξεχαστείς λιγάκι.
Τριάντα ευρώ. Η τιμή της Άννας.
Και για να τα λέμε όπως είναι, το είχε ξανακάνει. Και μια και δυο φορές.
Τη μια για να βγάλει τα κοινόχρηστα,
την άλλη για να βγάλει το χαράτσι. Μάλιστα!
Και είχε ξαναβρεθεί στο ξενοδοχείο της Μενάνδρου
και είχε ξαναμετρήσει φτυσιές στην ψυχή της.
Τριάντα ευρώπουλα το γαμ..ι, δεκαπέντε η πί.α. Στα όρθια.
Και με τα μάτια κλειστά για να μην της έρθει να ξεράσει.
Έτσι ωμά, γιατί έτσι γίνονται.
Κι επειδή στην αλήθεια, δεν μπαίνει προφυλακτικό…
Μονάχα που τις άλλες δυο φόρες δεν την είχανε τσιμπήσει οι Αρχές.
Τώρα όμως την έπιασαν.
Και κάθονταν η Αστυνομικίνα από πάνω της
και δεν ήξερε τι να πει η γυναίκα.
Ο Αξιωματικός Υπηρεσίας, ξεστόμισε μια βαριά βρισιά.
– Να χέσω που είμαι άνθρωπος, ρε π@@στη μου…
Κατόπιν, άλλαξε ένα βλέμμα με τους άλλους που ήταν εκεί μέσα.
Και με τη Αστυνομικίνα, που έτρωγε τα νύχια της από τον καημό.
– Άστην να φύγει. Μην γράφεις τίποτα στο βιβλίο συμβάντων…
Η Αστυνομικίνα ευθύς πέταξε και στυλό και μολύβια.
Βούτηξε την Άννα από το μπράτσο.
– Φεύγα ρε κορίτσι.
Κάντην τώρα δα, Πάρε την τσαντούλα σου και χάσου…
Αλλά η Άννα τίποτα. Δεν κουνήθηκε καν
– Ορίστε κυρία μου, μούγκρισε ο Αστυνομικός. Είστε ελεύθερη.
Γυρίστε στο σπίτι σας και μη σας ξαναπιάσουμε στα μπουρδέλα…
– Αειντε, γρήγορα πριν μας την πέσει κανένας μυστήριος
και βρούμε τον μπελά μας…
Εκεί η Άννα. Δεν έλεγε να σηκωθεί από το κάθισμα.
Οι Αστυνομικοί τα χάσανε.
– Καλά δεν ακούς;
– Ακούω
– Ε, τότε τράβα σπίτι σου
– Δεν γυρνάω σπίτι μου
– Τι μας λες ρε κορίτσι; Το έχεις χαμένο;
– Το μωρό μου πεινάει, το καταλαβαίνετε;
Δεν πρόλαβα να πάρω ούτε έναν πελάτη.
Δεν γυρνάω σπίτι μου χωρίς το αλμυρόν…
Δεν αντέχω να ακούω το μωρό μου να σπαράζει στο κλάμα…
Ο Αξιωματικός Υπηρεσίας, βάρεσε μια γροθιά στον αέρα.
Ε, και που να τη βαρέσει ο άνθρωπος;
Στα λαμόγια; Στους γραβατοπειρατές; Στους τραπεζίτες; Στις πολυεθνικές;
Στα αφεντικά του; Στον διοικητή του; Στο στομάχι του;
Ή στο εικόνισμα του Χριστού που δέσποζε απάνω από το γραφείο.
– Πόσο κάνει αυτό το γαμημένο το αλμυρόν ;
ρωτά την συνάδελφό του...
– Κανά εικοσάρι…
Ο Αστυνομικός έβγαλε κι έριξε ένα ταληράκι στο τραπέζι.
Μετά ήρθαν κι οι άλλοι....και τσόνταραν ο καθένας ότι μπορούσε...
και η αστυνομικίνα είπε της Άννας που έχει διανυκτερεύον φαρμακείο
για να αγοράσει το γάλα του παιδιού.
– Ορίστε. Μαζεύτηκαν αρκετά… Θα 'χεις να πάρεις και τσιγάρα…
Φεύγα και μην ξαναγυρίσεις εκεί ρε κορίτσι μου. Δεν λέει…
Η Άννα τα πήρε και την έκανε... τρέχοντας.
Για κείνο το βράδυ τουλάχιστον,
ο Άνθρωπος είχε ανεβάσει την τιμή του...
Λευτέρης Πανούσης
Share:

η γυναίκα μου συμφώνησε μαζί μου.......να αρχίσω να ανησυχώ???

 Μετά από μια ερώτηση που έκανε ο φίλος μου Georgak Aggelos πήρα το θάρρος και θα ήθελα να κάνω και εγώ μια ερώτηση κυριότερα στους άντρες πιο πολύ.......σε παρόμοια κατάσταση....24 χρόνια μεικτής σχέσης και γάμου.....μετά από μια χαλαρη κουβεντουλα η γυναίκα μου συμφώνησε μαζί μου.......να αρχίσω να ανησυχώ???


Υ.Γ. σας γράφω από το σπιτάκι του σκύλου

Ο χρήστης Giannis Tegos έκανε μια ερώτηση  στην ομάδα Λολοι vs Λολες Λολοπαντιερες🤪🙊.

3 ώρ. 
Την καλημέρα μου σε όλους χρόνια πολλά και καλή Παναγια με υγεία!!!
Εν συνεχεία του χθεσινού μου ποστ που τελικά συμφώνησε μαζί μου η σύζυγος και κατασκήνωσα στο σπιτάκι του σκύλου (για όσους δεν γνωρίζουν) .....δεν πρόλαβα να μπω μέσα ξεκινήσαμε πάλι.......εννοείτε πως για να μπω μέσα στο σπίτι έπρεπε να πλύνω τα πιάτα και θελωντας και μη συμφώνησα γιατί έβαλε ψυχρα.....και εδώ έρχεται η διαφωνία μας.......επέμενε να τα πλύνω με ava λέει και με ζεστό νερο γιατί καθαρίζει καλύτερα τα λιπη......και εγώ επέμενα πως το fairy είναι καλύτερο και με χλιαρο νερό διότι και τα λίπη καθαρίζει αλλά μετά δεν σου ξεραίνει τα χέρια......πείτε ρε παιδιά.....ποιο είναι καλύτερο? Το Ava η το fairy? Κοντεύω να τρελαθώ.....σώστε με γιατί θα μαλλιοτραβηχτουμε και μετά θα πάω να μείνω μόνιμα στο σπιτάκι του σκύλου! 🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣🤣
Υ.Γ. είμαι καραφλος....οπότε έχω αβαντάζ στο μαλλιοτραβηγμα
Υ.Γ.1 θα ήθελα ξεκάθαρες και δοκιμασμένες απαντήσεις κυρίως από άντρες για να υπάρχει αντρική αλληλεγγύη
Υ.Γ.2 τελικά τα έπλυνα με Ava και τα χέρια μου έχουν ξεραθει
Υ.Γ. 3 το ποστ είναι για να γελάσουμε και όχι για να παρεξηγηθουμε
Share:

Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι'αυτός για μια ολόκληρη πατρίδα..!

Το 1946 ο 36χρονος Στέλιος Κυριακίδης αποφάσισε να συμμετάσχει στον περίφημο πεντηκοστό Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης (42.195μ) μετά απο τιμητική πρόσκληση των διοργανωτών.

Η σύζυγός του έσπευσε να τον αποθαρρύνει αφού λόγω της Κατοχής ήταν αδύναμος και υποσιτισμένος. Είχε πέντε χρόνια να αγωνιστεί. Ο ίδιος όμως είχε πάρει την απόφασή του.
Υπερπηδώντας κάθε δυσκολία βρήκε τα απαραίτητα δικαιολογητικά και άρχισε ένας νέος αγώνας: πού θα έβρισκε τα χρήματα για να αγοράσει το αεροπορικό εισιτήριο. Πούλησε την ηλεκτρική κουζίνα και το ραδιόφωνο του, πήρε επιταγή 1.000 δολαρίων από την ΔΕΗ όπου και εργαζόταν, έπεισε την τράπεζα να του τα μετατρέψει σε συνάλλαγμα ουρλιάζοντας «Τρέχω για την Ελλάδα από το 1933, αγωνίζομαι για τη γαλανόλευκη, δεν είμαι κανένας τυχοδιώκτης» και στις 4 Απριλιου του 1946 μπήκε στο αεροπλάνο για την Βοστώνη.
Οι γιατροί των αγώνων βλέποντάς τον αδύναμο εξέφρασαν τις αμφιβολίες τους και δίστασαν για το αν έπρεπε να του δώσουν άδεια να συμμετάσχει. Στην ουσία φοβόντουσαν για την ίδια του την ζωή.
Ο Στέλιος όμως δεν δεχόταν κουβέντα και δήλωνε αποφασιστικά: «Ηρθα για να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες και θα τρέξω!» Έτσι υπέγραψε υπεύθυνη δήλωση ότι παίρνει ο ίδιος την ευθύνη για τον εαυτό του.
Στις 20 Απριλίου του 1946 δόθηκε η εκκίνηση του φημισμένου 50ου μαραθωνίου της Βοστώνης με μεγάλο φαβορί τον Αμερικανό Τζόνι Κέλι.
Ο Έλληνας μαραθωνοδρόμος έτρεξε με την γνωστή του τακτική(ξεκινούσε χαλαρά για να κρατά δυνάμεις και επιτάχυνε μετά το μέσο της διαδρομής). Με την δύναμη της ψυχής του, κατάφερε να είναι μπροστά στα τελευταία χιλιόμετρα. Δεν του επιτρεπόταν να μη νικήσει...
Ήταν αποφασισμένος να μην ξαναζήσει την εμπειρία του 1930 όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα επειδή των χτύπησαν τα καινούρια αθλητικά παπούτσια που του είχαν χαρίσει οι ομογενείς!Υποσχέθηκε πως δεν θα εγκατέλειπε ξανά λέγοντας: «Ήρθα να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες.».
Παρά το χαμηλό του βάρος κατάφερε να πείσει τους υπευθύνους να τον δεχθούν στον αγώνα αναλαμβάνοντας τις ευθύνες, κάνοντας τον αμερικανικό τύπο να γράφει για τον επίμονο κοκαλιάρη Ελληνα. Στις 12 το μεσημέρι, στις 20 Απριλίου 1946, δόθηκε η εκκίνηση του Μαραθωνίου της Βοστώνης. Λίγο πριν ένας ομογενής πλησίασε τον Στέλιο Κυριακίδη και το έδωσε ένα χαρτάκι που έγραφε από τη μία πλευρά «Ή ταν ή επί τας» και από την άλλη «Νενικήκαμεν».
Είχε ζητήσει από την επιτροπή να αγωνιστεί με τον αριθμό 7 και έτσι του δόθηκε το 77 (διπλά τυχερός με βάση την αναφορά ότι στην Αρχαία Ελλάδα ο 7 ήταν τυχερός αριθμός). Δεν σπατάλησε δυνάμεις από την αρχή αλλά επιτάχυνε από τα μισά της διαδρομής (είχε βάλει «σημάδια» διάφορα κτήρια, τοποθεσίες και τα παντελονάκια των συναγωνιστών του). Κοιτούσε μόνο μπροστά αφού: «όταν ένας μαραθωνοδρόμος κοιτάζει πίσω του, δίνει φτερά στον αντίπαλο».
Στα τελευταία χιλιόμετρα προπορευόταν μαζί με τον Τζόνυ Κέλυ. Ένας Αμερικανός δημοσιογράφος που παρακολουθούσε τον αγώνα με αυτοκίνητο, τον πληροφόρησε: «ο Κέλυ «έσπασε», είναι ώρα να φύγεις».
Τότε όπως αφηγείται ο Κυριακίδης είδε «...έναν ηλικιωμένος Έλληνας να τραβάει τα μαλλιά του και να λέει: Για την Ελλάδα Στέλιο μου! Για τα παιδιά σου!». Τότε ο Στέλιος Κυριακίδης συγκέντρωσε όλες τις δυνάμεις τους φωνάζοντας στον τερματισμό:
«For Greece!» (Για την Ελλάδα).
Ο χρόνος του 2:29:27 ο καλύτερος στην Ευρώπη και για 22 χρόνια τον καλύτερο στην Ελλάδα.
Ο Κέλυ όταν ρωτήθηκε γιατί δεν κατάφερε να κερδίσει απάντησε: «Πώς θα μπορούσα να κερδίσω ποτέ έναν τέτοιο αθλητή? Εγώ έτρεχα για τον ευατό μου κι'αυτός για μια ολόκληρη πατρίδα..!»
Η νίκη του προκάλεσε πάταγο! Οι Αμερικανοί έσπευσαν να του δώσουν χρήματα και να του προτείνουν να μείνει στις ΗΠΑ. Ο ίδιος όμως άφησε άφωνο ακόμη και τον πρόεδρο της Αμερικής Τρούμαν όταν τον ρώτησε τι θα ήθελε να του προσφέρει ως δώρο.
«Για μένα δεν θέλω τίποτα! Μόνο για την Ελλάδα βοήθεια!»
Έμεινε στην Αμερική και για ένα μήνα πάλεψε να μαζέψει βοήθεια για την πατρίδα...
Καθώς η νίκη του είχε συγκινήσει τους Αμερικάνους και τους ομογενείς, το ποσό που κατάφερε να συγκεντρώσει έφθασε τα 250.000 δολάρια (τεράστιο ποσό για την εποχή) ενώ η οικογένεια Λιβανού έστειλε έξι πλοία με είδη πρώτης ανάγκης στην δοκιμαζόμενη Ελλάδα. Η βοήθεια αυτή ονομάστηκε «Πακέτο Κυριακίδη».
Στις 23 Μαΐου 1946, ο Κυριακίδης επέστρεψε στην Ελλάδα και έγινε δεκτός με τιμές ήρωα. Ένα πλήθος ενός εκατομμυρίου Ελλήνων συγκεντρώθηκαν να τον υποδεχτούν ενώ για πρώτη φορά μετά την κατοχή, φωταγωγήθηκε η Ακρόπολη προς τιμή του! Δακρυσμένος κατά την διάρκεια της επίσημης τελετής στους Στύλους το Ολυμπίου Διός δήλωνε: «Eίμαι υπερήφανος που είμαι Έλλην!» Η επιστροφή στο σπίτι του στην Φιλοθέη κράτησε 8 ώρες.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, αφιερώθηκε σε φιλανθρωπικά έργα και στον προσκοπισμό ενώ προέτρεπε τα παιδιά να στραφούν στον αθλητισμό, δημιουργώντας το γυμναστήριο «Αθλητικός όμιλος Φιλοθέης».
Ο ήρωας Στέλιος Κυριακίδης γεννήθηκε στην Κύπρο το 1910. Μετακόμισε στην Αθήνα το 1934 και εργάστηκε ως εισπράκτορας στην ηλεκτρική εταιρεία χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ τον αθλητισμό με τον οποίο ασχολιόταν από μικρό παιδί, Ηταν αυτός που κατέρριψε την πανελλήνια επίδοση του Σπύρου Λούη. Ο ίδιος ο Λούης κάλεσε τον Κυριακίδη στο σπίτι του και του είπε: "Παιδί μου Στέλιο, να τρέχεις πάντα, γιατί εμείς οι Έλληνες γεννηθήκαμε για να τρέχουμε. Μόνο έτσι καταφέραμε να ζήσουμε τόσους αιώνες".
Μετά την είσοδο των Ναζιστών στην Αθήνα το 1941, ο Κυριακίδης παντρεύτηκε την Ιφιγένεια και απέκτησαν τρία παιδιά. Το 1943 συνελήφθη απο τους Γερμανούς με άλλα 49 άτομα (τα οποία εκτελέστηκαν). Για καλή του τύχη ο Γερμανός αξιωματικός ήταν μαραθωνοδρόμος και τον άφησε ελεύθερο, όταν βρήκε στο πορτοφόλι του την κάρτα διαπίστευσης των Ολυμπιακών αγώνων του 1936 στο Βερολίνο.
Πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου του 1987 και τάφηκε στον Πύργο Κορινθίας.
Σας ζητώ συγγνώμη για το μακροσκελές κείμενο αλλά νομίζω ότι αξίζει τον κόπο για αυτόν τον μεγάλο ΕΛΛΗΝΑ!!


Βασίλης Χονδρόπουλος ΤΟ ΠΑΛΙΑΤΖΙΔΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ
Share:

Γλυκό Κάστανο με άρωμα μαστίχας

Μιας και είναι η εποχή τους σιγά σιγά!!
Σε μια εκδρομή στην Προύσα που είχαν πάει μια παρέα φίλων, τους είχα πει ότι εκεί πουλιούνται   κάστανα σε σιρόπι, και τους ζήτησα να μου φέρουν, γιατί είχα δοκιμάσει και μου άρεσαν.

Τα γνωστά <Kestane şekeri> .

Προχθές  λοιπόν στα διάφορα email που μου στέλνεται είχε και μια συνταγή για το συγκεκριμένο γλυκό.

Έτσι λοιπόν είπα να σας την δείξω, μιας και τα κάστανα είδη πουλιούνται ,διανύοντας και τον χειμώνα, μαλακό βέβαια προς το παρόν.

 Γίνονται πολύ εύκολα.

 Πρώτα θα βάλετε  να ψήσετε ένα κιλό κάστανα στον φούρνο.

Βράζετε σιρόπι (2 ποτήρια ζάχαρη και 1,5 ποτήρια νερό, λίγο ανθόνερο και στο τέλος 1-2 σταγόνες λεμόνι).

 Μετά βάζετε τα κάστανα μέσα στο σιρόπι και τα βράζετε μια ώρα σε μέτρια φωτιά.

 Λίγο πριν το τέλος βάζεις 2 δάκρυα μαστίχα, αυτό το κάνουμε γιατί το κάστανο σαν γεύση είναι λίγο περίεργη, και με την μαστίχα δένει καλύτερα.

 Αν δεν φαγωθούν αμέσως τα συσκευάζετε όπως τις μαρμελάδες και τα γλυκά του κουταλιού και τα διατηρείτε μέσα σε γυάλινα βαζάκια.

 



Share:

Εάν πέσει για μια εβδομάδα το fb;


 Είναι εντυπωσιακό γιατί σε μια μικρή έρευνα που έκανα, εγώ είχα και μερικά τηλέφωνα από φίλους και γνωστούς, κάποιους όμως τους κόπηκαν τα χέρια, και τώρα τι; έχουν πάθει πανικό....

Ευκαιρία λοιπόν να δω τα σχόλια σας εσείς τι κάνατε πήρατε κάνα τηλέφωνο σε γνωστό και να σχολιάσετε.... Να του πείτε καληνύχτα; άσε που ένα 3 % ξέρουν πότε έχουν γενέθλια οι φίλοι τους....

Φαγωθήκατε και σεις οι αναμνήσεικομανης πως ζούσαμε χωρίς κινητά φειμπουκια κτλ αντε να θυμηθούμε τα παλιά αύριο όλοι στην πλατεία!!! 

Share:

Αντιμετωπίζοντας τον πιο σνομπ άνθρωπο της οικογένειας και όχι μόνο !

Αγαπημένη μου φίλοι, είμαι σίγουρη ότι όλοι μας λίγο-πολύ έχουμε άτομα στον ευρύτερο ή το πιο στενό οικογενειακό μας περιβάλλον που είναι σνομπ. Άτομα που δεν θέλουμε να συναναστρεφόμαστε αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να τους βγάλουμε εντελώς απ' τη ζωή μας!!! Σήμερα λοιπόν θα προσπαθήσουμε να δούμε μαζί τις πιθανές αιτίες του σνομπισμού τους αλλά και κάποιους τρόπους αντιμετώπισης της συγκεκριμένης συμπεριφοράς!

Αιτίες Σνομπισμού:

Ζήλια: Φτύστε τον κόρφο σας και κάντε δυο στροφές γύρο απ' τον εαυτό σας κάθε φορά που βλέπετε το συγκεκριμένο άτομο. Όχι, το λάθος δεν είναι δικό σας...απλά κάποια ψυχή σας ζηλεύει! Ίσως επειδή είστε πιο χαμογελαστοί, πιο ευτυχισμένοι, καλύτερα αποκαταστημένοι επαγγελματικά...ίσως γιατί έχετε εκπληρώσει τους στόχους σας ή γιατί δεν σας επηρεάζει οτιδήποτε μαύρο υπάρχει γύρο μας. Ακόμα μπορεί να σας ζηλεύει γιατί έχετε καλύτερες σχέσεις με τους υπόλοιπους ανθρώπους γύρο σας.

Αίσθημα ανωτερότητας: Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι γύρο μας που μπερδεύουν την πανεπιστημιακή μόρφωση με την παιδεία! Η αλήθεια είναι ότι όταν η πανεπιστημιακή μόρφωση συναντάται με την επί της ουσίας παιδεία τα πράγματα είναι ιδανικά...όμως επειδή το ιδανικό είναι και σπάνιο έχουμε γεμίσει γύρο μας με ανθρώπους δήθεν. Δήθεν καλλιεργημένους, δήθεν κοτλτουριάριδες, δήθεν εκλεπτυσμένους και γενικά ΔΗΘΕΝ...και να ξέρετε ότι δήθεν με τον σνομπ είναι πολλές φορές είναι ένα και το αυτό!

Εκ γενετής ξινά: σε αυτό το σημείο καλό θα ήταν να σκεφτούμε ότι το άτομο που έχουμε απέναντί μας δεν είναι μαζί μας μόνο "ξινό" αλλά συμπεριφέρεται έτσι "ξινά" με οποιονδήποτε υπάρχει γύρο του πλην αυτών οι οποίοι αποτελούν το κύκλο του! 

Πάρ' το χαμπάρι απλά δεν ταιριάζετε: Η αλήθεια είναι δεν γίνεται ούτε να αρέσουμε σε όλους αλλά ούτε και να ταιριάζουμε με όλους. Έτσι συμπεριφορές που σε άλλους φαίνονται "σνομπίστικες" στην ουσία μπορεί να μην είναι. Απλά να μην ταιριάζουν στη δική μας απλότητα!




Τρόποι αντιμετώπισης!!!

Γίνε ο καθρέπτης τους: Με λίγα λόγια συμπεριφέρσου όπως σου συμπεριφέρονται!!! Γιατί να χαιρετήσετε π.χ ενώ ξέρετε ότι ότι χαιρετισμός αυτός θα πέσει στο κενό; Γιατί να απευθύνετε το λόγο σε ένα άτομα μου εκ προοιμίου γνωρίζετε ότι δεν θέλουν να έχουν καμία συζήτηση μαζί σου; Ίσως με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος που έχετε απέναντί σας να αναγνωρίσει τη δική του συμπεριφορά πάνω σας και καταλάβει πόσο αγενής είναι. (Μεταξύ μας πάντως πιο πιθανό μου φαίνεται να χαρακτηρίσει εσάς σνόπμπ παρά να καταλάβει το έμμεσο μήνυμά σας)!!!

Η πλήρεις απαξίωση: Προσπαθήστε να γίνει για σας ένας αόρατος άνθρωπος. Αλήθεια, δεν είναι κρίμα κάθε φορά που αναγκαστικά θα πρέπει να υπάρξετε στον ίδιο χώρο να σας χαλάει η διάθεση; Λοιπόν αγνοήστε τον/ην.

Σπάσιμο νεύρων: Αυτή είναι η αγαπημένη μου κατηγορία!!!! Ότι χειρότερο μπορείτε να κάνετε σε τέτοιου είδους ανθρώπων είναι να κάνετε ότι δεν συμβαίνει τίποτα! Δηλαδή να τους μιλάτε κανονικά, να γελάτε δυνατά με κάποιο αστείο που μπορεί να πουν, να συμμετέχετε σε μια κοινή συζήτηση και γενικά να συμπεριφέρεστε σαν να μη συμβαίνει τίποτα! Με αυτόν τον τρόπο ο/η Σνομπ που έχετε απέναντί σας θα βγει απ' τα νερά του γιατί δεν θα ξέρει πως να φερθεί, ειδικά αν στην κοινή σας εμφάνιση βρίσκονται και άτομα της επιλογής τους. Για να μην πέσουν στα μάτια τους θα κάνουν τα πικρά-γλυκά κι εσείς τουλάχιστον θα διασκεδάσετε πολύ ξέροντας την αλήθεια!!!  


Έτσι για το τέλος, αφήνοντας το χιούμορ στην άκρη θα ήθελα να σας πω ότι η λέξη σνομπ είναι λατινογενής ( sine nobilitate- s.nob.=snob) και σημαίνει χωρίς αρχοντιά. Το 19ο αιώνα σνομπ αποκαλούσαν το άτομο που δεν είχε την κατάλληλη ανατροφή


Joseph Epstein

Ο σνομπισμός είναι η επιθυμία για αυτό που διαιρεί τους ανθρώπους και η αδυναμία να εκτιμηθεί τι τους ενώνει.

























































































































Share:

Περί Καταβάσεως... (αλλά όχι εις Άδου) Ένα χωριό της Χίου

Ένα χωριό της Χίου όπως το είδε η Δέσποινα Γεμέλου!

Μόλις πρόσφατα συνειδητοποίησα πως στη Χίο έχουμε δυο ετυμολογικά αντίθετα χωριά: τον Ανά-βατο και την Κατά-βαση.

 Όσο γνωστός και πολυδιαφημισμένος είναι ο πρώτος («Μυστρά του Αιγαίου» τον λένε – και του αξίζει), τόσο άγνωστη για τους περισσότερους είναι η δεύτερη. 
Όμως, κατά κανόνα, τις μεγαλύτερες ομορφιές τις ανακαλύπτεις σε μέρη που δεν πάνε οι «πολλοί». Άσε που, και σημειολογικά να το δεις, είναι προτιμότερο να προηγείται η κάθοδος της ανόδου, παρά να σου συμβεί το αντίστροφο.

Στην Κατάβαση ζουν 13 μόνιμοι κάτοικοι. Και όλοι ξέρουμε ή μπορούμε να φανταστούμε ή έχουμε διαβάσει σε διάφορα τοπικά δημοσιεύματα τι ελλείψεις μπορεί να έχει αυτό το χωριό και πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η διαμονή των ανθρώπων εκεί. 
Θα εστιάσω, ωστόσο, σε εκείνα τα στοιχεία που, για τα δικά μου μάτια, είναι θετικά και όμορφα. Σε εκείνα που σε ελκύουν και θέλεις να ξαναπάς. Σε εκείνα που δεν τα χορταίνεις με την πρώτη φορά. Ή και ποτέ.

Τι έχει η Κατάβαση, λοιπόν;

- Έχει λαογραφικό μουσείο. Ένα δωμάτιο είναι όλο κι όλο, όμως τα εκθέματα (αντικείμενα λαϊκής τέχνης, σκεύη και εργαλεία), είναι πολύ όμορφα στημένα και με πολλή εθελοντική δουλειά, όπως μπορεί να καταλάβει κανείς. Το αποστακτήριο σούμας, εξαιρετικό!

- Έχει ένα παλαιό ελαιοτριβείο, μισογκρεμισμένο μεν, αλλά με πολλά από τα μηχανήματά του ακόμα εκεί και τις τεράστιες μυλόπετρες στη μέση, που μου θυμίζει σκηνικό από παλιά ταινία.

- Έχει όμορφα στενά σοκάκια με πέτρινα σπίτια, άλλα ερειπωμένα και άλλα καλαίσθητα συντηρημένα. Έχει ξύλινες σκαλιστές πόρτες και υπαίθριους ξυλόφουρνους.

 Σε κάποια από αυτά τα σπίτια βλέπεις πρωτόγονες οροφές, φτιαγμένες από χοντρούς κορμούς δέντρων («κόρδες» τις λένε), καλάμια και πατημένο χώμα. (Εντελώς τυχαία, πρόσφατα διάβασα την περιγραφή μιας τέτοιας στέγης στο τελευταίο βιβλίο της Μέλης Τσακού-Βυζανιάρη, (Meli Tsakou),«Με μισό ποδάρι»).



- Έχει την εκκλησία της Αγίας Ματρώνας, υπερβολικά μεγάλη σε σχέση με το μέγεθος του χωριού και τον αριθμό των κατοίκων του, αλλά, αν το δεις λίγο πιο φιλοσοφικά, εκεί μέσα μπορείς ίσως να αισθανθείς την ανθρώπινη ασημαντότητα. Κι αυτό είναι ένα καλό μάθημα για όλους.


- Έχει καταπληκτικό φαγητό στην παραδοσιακή ταβέρνα κάτω από τα τεράστια πλατάνια, με ευγενικούς και χαμογελαστούς ανθρώπους στην εξυπηρέτηση.

- Έχει πολύ ωραίο, κρυστάλλινο, καθαρό, πόσιμο νερό. (Όχι, δεν είναι αυτονόητο).

- Έχει όμορφα μονοπάτια που μπορείς να περπατήσεις (πρόσφατα τα έπληξε η φωτιά, αλλά αν τα αφήσουν λίγο στην ησυχία τους θα ξαναγεννηθούν- ήδη κάποια σημεία πρασινίζουν και πάλι και με τις πρώτες βροχές θα ξεπλυθεί η μαυρίλα). Μια τέτοια διαδρομή είναι, ας πούμε, το μονοπάτι ως τα Διευχά ή η Μακριά Στράτα (παλιός τούρκικος δρόμος).


- Έχει δεκάδες πανέμορφα γατιά και σκυλιά, όλα φιλήσυχα και παιχνιδιάρικα.
- Έχει τα πιο νόστιμα σύκα που έχω δοκιμάσει στη ζωή μου. Μαύρα, μεγάλα, ζουμερά κι ολόγλυκα.
- Έχει όμορφες και σχετικά ερημικές παραλίες σε πολύ κοντινή απόσταση. (Όχι, παιδί μου, δεν έχουν beach bar, να πάτε αλλού. )

- Έχει την άγρια ομορφιά της πορφυρής πέτρας και του γκρίζου βράχου, που ταιριάζει σε αγέρωχους, αυθεντικούς ανθρώπους.
 
Την Κατάβαση ή την αγαπάς ή την αντιπαθείς. Μέση λύση δεν υπάρχει. Όμως, χωρίς αμφιβολία, σε αυτό το χωριό, όταν σκεπάζεται η νύχτα με το διάφανο πέπλο της σιωπής, θαρρείς ότι ακούς το χτυποκάρδι της σκληρής πέτρας, γεμίζεις ολόκληρος από φεγγάρι και ουρανό και βρίσκεις τον αληθινό εαυτό σου. Και σίγουρα έχετε να πείτε πολλά οι δυο σας.

Δέσποινα Γεμέλου(Despoina Gemelou)
Share:

ΘΑ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΩ ΣΗΜΕΡΑ ΟΤΙ ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ ΕΙΧΑ ΑΦΗΣΕΙ ΧΘΕΣ

ΧΘΕΣ...

Θα θυμάμαι πάντα,

κείνο το γελαστό κορίτσι,

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίσευε.

...γαλήνευε την ψυχή μου.

Κάθε ηλιοβασίλεμα,

τ όνομά του θα βλέπω ψηλά...

εκεί, που η ανάμνησή του βασιλεύει.


ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ...

Θα περιμένω πάντα,

το γελαστό κορίτσι,

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίσευε.

...ξέρω θα ρθει,

θα ρθει κοντά μου.

θα μου επιτρέψει,

να τη θυμάμαι...

στα όνειρά μου

και θ αγαπήσει,

αυτό,

που χρόνια,

κρατώ γι ανάμνηση

...την εικόνα της,

διχως να ρωτήσει,

πως και γιατί.


ΣΗΜΕΡΑ...

Ποιό να ταν άραγε,

κείνο το γελαστό κορίτσι;

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίοσευε;

ήτανε όνειρο;

ή ψέμα;

ήταν βροχή περαστική;

ή τάχα,

ένα απ τα πολλά χαμένα μου όνειρα;


φωτο μαριας κορωνη

Share:

Οι κουζίνες χωρίς προβολείς...

 Γέμισαν τα τηλεοπτικά πλατό, κουζίνες. Υπερμοντερνες, με φωτεινά χρώματα, με λιγοστά, πάντα τακτοποιημένα αντικείμενα, Σαν να βγήκαν όλα τώρα από το κουτί! 

Σαν να είναι η κουζίνα ενός νιόπαντρου ζευγαριού... Αστράφτουν τα σκεύη από τούς προβολείς, οι παρουσιαστές ακτινοβολούν από χαρά γιατί σε λίγο θα έχουν έτοιμο φαγητό για το μεσημέρι χωρίς να μετράνε υλικά και ευρώ.

 Τί θέλει καί τά σκέφτεται όλα τούτα; Μια Γυναίκα, σε μια ανώνυμη κουζίνα; Εμβόλιμα της έρχονται στο μυαλό καί οι επιμελώς φωτογραφημένες μαγειρικές δημιουργίες από τό fb. Όλα έχουν γίνει εικόνα... Ούτε μια σκιά στην καρδιά, ούτε μια ρυτίδα στο πρόσωπο, ούτε μια αράχνη στο ταβάνι, ένας λεκές από σάλτσα στο πάτωμα,ούτε πιάτα που την περιμένουν υπομονετικά, ώρες να τα πλύνει.

 Εκεί στην μέση της κουζίνας της, ένιωθε, καιρό τώρα, σαν να βρέθηκε στην μέση μιας ερήμου... Τί είναι πραγματικότητα, τί είναι αντικατοπτρισμός;  

Είναι στα αλήθεια όλα τόσο παραμυθένια, όσο βλέπει στην τηλεόραση, στο διαδίκτυο; Καί πώς να μάθει άραγε ποτέ; Ποιός θα θελήσει να μάθει πώς νιώθει μια καθημερινή Γυναίκα; 

Όλοι έχουν πάρει τό δρόμο τους καί εκείνη έμεινε πίσω. Στην μοναξιά της κουζίνας! Ψάχνει τόν εαυτό της, ανάμεσα σε πιατικα, κουζινικα, όπως τα παιδιά της άρχιζαν να ανακαλύπτουν τόν κόσμο, χωμένα μέσα στα ντουλάπια, μόλις άρχιζαν να περπατούν... Τώρα τα παιδιά πήραν το δρόμο τους καί ψάχνει εκείνη το βηματισμό της... Ψάρια τηγανητά με πατάτες βραστές... Σιγά τώρα!

 Κανένα διαδικτυακό ενδιαφέρον! Άσε που μυρίζει ολάκερη ψαρίλα... Μαλλιά, χέρια.

Χαραμαδα χαράς, ότι είχε  σήμερα, μόνο για το σήμερα ξέρει, χρήματα για να ετοιμάσει φαγητό για την οικογένεια της. Σε εποχές που άλλοι δεν έχουν ζωή , σπίτι, κουζίνα, φαγητό... 

Ναι! Αυτή ήταν μια όαση στην έρημο της καρδιάς της. 

Οι βαριές σκέψεις την κύκλωσαν πάλι όταν στάθηκε μπροστά στον νεροχύτη... Κοιτούσε αδιάφορα έξω από το παράθυρο. Καί πάλι το βουνό με τα πιάτα... Μέσα στην σιωπή τής κουζίνας, είχε κλείσει τόν απορροφητήρα, άκουσε την καρδιά της. 

Δεν ήταν τό βουνό με τα άπλυτα πιάτα, τα ασιδερωτα ρούχα, που την είχαν πλακώσει. Πού δυσκόλευαν την ανάσα της. Τίποτα από αυτά!  Δεν είναι δα πια νιοφερτη στην κουζίνα... Είναι πού μέσα της νιώθει πως μακραίνει από τα όνειρα της νιότης... Για εναν κόσμο όπου θα μπορούσε να δώσει κάθε ικμάδα της ύπαρξης της, για να γίνει καλύτερος... Για να χορτάσουν Ψωμί, Όνειρο καί Ελπίδα όλα τα παιδιά. 

Μηχανικά, με κυκλικές κινήσεις, πλένει τα πιάτα, τα τσουκαλικα. Επίμονα καθαρίζει τα λίπη όπως θα ήθελε να καθαρίσει κάθε σκιά από τίς καρδιές όλων των ανθρώπων... Καί την δική της! 

Το φόβο για το αύριο, την πανδημία, την ανασφάλεια που γεννά, το άγχος για το αυριανο φαγητό, για τον βαρύ χειμώνα που έρχεται, την αδιάκοπη αναζήτηση του νοήματος της ζωής!

 Της πήρε ώρα. Μπορεί καί ώρες... Δεν ήταν τα λίπη που είχαν κολλήσει σε μαχαιροπήρουνα, τηγάνια... Όχι ήταν μια λύπη που σαν στάμπα είχε  σημαδέψει  την καρδιά της. Ούτε καν ένα αδιόρατο δάκρυ που κύλησε στο νεροχύτη δεν την λύτρωσε... Σε ποιόν να μιλούσε;  Η κουζίνα έχει πολλή μοναξιά! Στην πραγματική ζωή. Έχει εσωτερικές μάχες καί αναζητήσεις που μένουν κλεισμένες εκεί... Καμία τηλεοπτική κάμερα, καμία φωτογραφία στο διαδίκτυο...

Η Γυναίκα της Σιωπής. Της προσφοράς. Με τα ατημέλητα μαλλιά, τα καθημερινά ρούχα, με τα θλιμμένα μάτια. Δεν θα δείτε την φωτογραφία της σε κανένα περιοδικό. Σε καμία τηλεοπτική εκπομπή.

Τα δάκρυα της, και αυτά μετέωρα όπως η ζωή της, τα ρουφάει ο νεροχύτης ή τό μαξιλάρι...  Πρέπει να βιαστεί. Σε λίγο θα επιστρέψουν τα μέλη της οικογένειας. Πρέπει να φαίνεται ανέμελη καί χαρωπή! Καί αν, δεν είναι βέβαιο,αν  την ρωτήσουν πώς πέρασε την μέρα της, αν...

 Η απάντηση είναι έτοιμη " Μια χαρά!". Έχει προβαρει καί τό χαμόγελο. Για να γίνει πιο  πειστική.

Τον σεισμό της ψυχής της τον ένιωσε η κουζίνα. Τό πλακωμα του ταβανιού... Δεν είναι βέβαιη ότι τα λόγια που ψέλλισε " Δεν έχω δικαίωμα να λυγίσω", ακούστηκαν πέρα από τα λίγα τετραγωνικά του κόσμου της. Ήταν καί το πλυντήριο ρούχων που δούλευε... Μάλλον αυτό έφταιγε!

Αγαπάμε κ Ευγενία Μαρία Κώτη. 

Share:

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε

Το κείμενο μιλάει για το πώς ήταν η ζωή πριν από μερικά χρόνια, αποκαλύπτοντας πολλές αλήθειες για το σήμερα και καταδεικνύοντας τη μεγάλη διαφορετικότητα σχετικά με το πώς μεγάλωσαν οι προηγούμενες γενιές και οι «σύγχρονες».

Καλύτερα ή χειρότερα, δεν θα σας πω εγώ αλλά θα το καταλάβετε μόνοι σας διαβάζοντας το κείμενο ως το τέλος…

”H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας…

Δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.

Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους.


Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης».

Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και… μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα.

Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες. Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.


Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά.

Σπάζαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπευθύνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν «έτρεχε τίποτα».

Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.

Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο.

Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα.


Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση.Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξίδι..

Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.

Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα – μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία.

Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Τότε, το κρυφτό ήταν “υπερπαραγωγή”: ξεκινούσε απόγευμα, αφού είχες διαβάσει και σε άφηνε η μαμά να βγεις στη γειτονιά, και τελείωνε μαζί με τις ειδήσεις της ΕΡΤ, στις 10 το βράδυ!

Παίζαμε ποδόσφαιρο ατελείωτες ώρες… Χάσαμε χιλιάδες μπάλες.

Άσε που όλοι είχαμε τα γόνατά μας καταχτυπημένα, αλλά δεν μας ένοιαζε! Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το!

Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στον σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;

Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!

Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.

Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά.

Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους… βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; )!!!! Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.

Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»… συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί….

Βέβαια μην τα ισοπεδώνουμε και όλα, υπάρχουν και παιδιά στην σημερινή εποχή που έχουν βρει  την ξεγνοιασιά τους στην μουσική στο χορό στον αθλητισμό στο θέατρο και σε πολλά άλλα εικαστικά και καλλιτεχνικά δρώμενα.

Και επίσης όλες οι πλατείες στο κέντρο της Αθήνας είναι γεμάτο με παιδιά που παίζουν στα πατώματα και τα  χώματα με πολύ λίγα Ελληνάκια μεταξύ τους, άσχετο αυτό.
Share:

ΔΗΜΟΦΙΛΗΣ

> Ελπίζουμε να βασιστούμε σε πιστούς αναγνώστες και όχι σε ακανόνιστες διαφημίσεις. Ευχαριστώ!

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Blog Archive

Recent Posts