09/01/2021 - 10/01/2021 ~ katarraktisvillage

Περί Καταβάσεως... (αλλά όχι εις Άδου) Ένα χωριό της Χίου

Ένα χωριό της Χίου όπως το είδε η Δέσποινα Γεμέλου!

Μόλις πρόσφατα συνειδητοποίησα πως στη Χίο έχουμε δυο ετυμολογικά αντίθετα χωριά: τον Ανά-βατο και την Κατά-βαση.

 Όσο γνωστός και πολυδιαφημισμένος είναι ο πρώτος («Μυστρά του Αιγαίου» τον λένε – και του αξίζει), τόσο άγνωστη για τους περισσότερους είναι η δεύτερη. 
Όμως, κατά κανόνα, τις μεγαλύτερες ομορφιές τις ανακαλύπτεις σε μέρη που δεν πάνε οι «πολλοί». Άσε που, και σημειολογικά να το δεις, είναι προτιμότερο να προηγείται η κάθοδος της ανόδου, παρά να σου συμβεί το αντίστροφο.

Στην Κατάβαση ζουν 13 μόνιμοι κάτοικοι. Και όλοι ξέρουμε ή μπορούμε να φανταστούμε ή έχουμε διαβάσει σε διάφορα τοπικά δημοσιεύματα τι ελλείψεις μπορεί να έχει αυτό το χωριό και πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η διαμονή των ανθρώπων εκεί. 
Θα εστιάσω, ωστόσο, σε εκείνα τα στοιχεία που, για τα δικά μου μάτια, είναι θετικά και όμορφα. Σε εκείνα που σε ελκύουν και θέλεις να ξαναπάς. Σε εκείνα που δεν τα χορταίνεις με την πρώτη φορά. Ή και ποτέ.

Τι έχει η Κατάβαση, λοιπόν;

- Έχει λαογραφικό μουσείο. Ένα δωμάτιο είναι όλο κι όλο, όμως τα εκθέματα (αντικείμενα λαϊκής τέχνης, σκεύη και εργαλεία), είναι πολύ όμορφα στημένα και με πολλή εθελοντική δουλειά, όπως μπορεί να καταλάβει κανείς. Το αποστακτήριο σούμας, εξαιρετικό!

- Έχει ένα παλαιό ελαιοτριβείο, μισογκρεμισμένο μεν, αλλά με πολλά από τα μηχανήματά του ακόμα εκεί και τις τεράστιες μυλόπετρες στη μέση, που μου θυμίζει σκηνικό από παλιά ταινία.

- Έχει όμορφα στενά σοκάκια με πέτρινα σπίτια, άλλα ερειπωμένα και άλλα καλαίσθητα συντηρημένα. Έχει ξύλινες σκαλιστές πόρτες και υπαίθριους ξυλόφουρνους.

 Σε κάποια από αυτά τα σπίτια βλέπεις πρωτόγονες οροφές, φτιαγμένες από χοντρούς κορμούς δέντρων («κόρδες» τις λένε), καλάμια και πατημένο χώμα. (Εντελώς τυχαία, πρόσφατα διάβασα την περιγραφή μιας τέτοιας στέγης στο τελευταίο βιβλίο της Μέλης Τσακού-Βυζανιάρη, (Meli Tsakou),«Με μισό ποδάρι»).



- Έχει την εκκλησία της Αγίας Ματρώνας, υπερβολικά μεγάλη σε σχέση με το μέγεθος του χωριού και τον αριθμό των κατοίκων του, αλλά, αν το δεις λίγο πιο φιλοσοφικά, εκεί μέσα μπορείς ίσως να αισθανθείς την ανθρώπινη ασημαντότητα. Κι αυτό είναι ένα καλό μάθημα για όλους.


- Έχει καταπληκτικό φαγητό στην παραδοσιακή ταβέρνα κάτω από τα τεράστια πλατάνια, με ευγενικούς και χαμογελαστούς ανθρώπους στην εξυπηρέτηση.

- Έχει πολύ ωραίο, κρυστάλλινο, καθαρό, πόσιμο νερό. (Όχι, δεν είναι αυτονόητο).

- Έχει όμορφα μονοπάτια που μπορείς να περπατήσεις (πρόσφατα τα έπληξε η φωτιά, αλλά αν τα αφήσουν λίγο στην ησυχία τους θα ξαναγεννηθούν- ήδη κάποια σημεία πρασινίζουν και πάλι και με τις πρώτες βροχές θα ξεπλυθεί η μαυρίλα). Μια τέτοια διαδρομή είναι, ας πούμε, το μονοπάτι ως τα Διευχά ή η Μακριά Στράτα (παλιός τούρκικος δρόμος).


- Έχει δεκάδες πανέμορφα γατιά και σκυλιά, όλα φιλήσυχα και παιχνιδιάρικα.
- Έχει τα πιο νόστιμα σύκα που έχω δοκιμάσει στη ζωή μου. Μαύρα, μεγάλα, ζουμερά κι ολόγλυκα.
- Έχει όμορφες και σχετικά ερημικές παραλίες σε πολύ κοντινή απόσταση. (Όχι, παιδί μου, δεν έχουν beach bar, να πάτε αλλού. )

- Έχει την άγρια ομορφιά της πορφυρής πέτρας και του γκρίζου βράχου, που ταιριάζει σε αγέρωχους, αυθεντικούς ανθρώπους.
 
Την Κατάβαση ή την αγαπάς ή την αντιπαθείς. Μέση λύση δεν υπάρχει. Όμως, χωρίς αμφιβολία, σε αυτό το χωριό, όταν σκεπάζεται η νύχτα με το διάφανο πέπλο της σιωπής, θαρρείς ότι ακούς το χτυποκάρδι της σκληρής πέτρας, γεμίζεις ολόκληρος από φεγγάρι και ουρανό και βρίσκεις τον αληθινό εαυτό σου. Και σίγουρα έχετε να πείτε πολλά οι δυο σας.

Δέσποινα Γεμέλου(Despoina Gemelou)
Share:

ΘΑ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΩ ΣΗΜΕΡΑ ΟΤΙ ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ ΕΙΧΑ ΑΦΗΣΕΙ ΧΘΕΣ

ΧΘΕΣ...

Θα θυμάμαι πάντα,

κείνο το γελαστό κορίτσι,

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίσευε.

...γαλήνευε την ψυχή μου.

Κάθε ηλιοβασίλεμα,

τ όνομά του θα βλέπω ψηλά...

εκεί, που η ανάμνησή του βασιλεύει.


ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ...

Θα περιμένω πάντα,

το γελαστό κορίτσι,

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίσευε.

...ξέρω θα ρθει,

θα ρθει κοντά μου.

θα μου επιτρέψει,

να τη θυμάμαι...

στα όνειρά μου

και θ αγαπήσει,

αυτό,

που χρόνια,

κρατώ γι ανάμνηση

...την εικόνα της,

διχως να ρωτήσει,

πως και γιατί.


ΣΗΜΕΡΑ...

Ποιό να ταν άραγε,

κείνο το γελαστό κορίτσι;

με τα μακριά μαλλιά,

και το γλυκό βλέμμα...

και το χαμόγελο που περίοσευε;

ήτανε όνειρο;

ή ψέμα;

ήταν βροχή περαστική;

ή τάχα,

ένα απ τα πολλά χαμένα μου όνειρα;


φωτο μαριας κορωνη

Share:

Οι κουζίνες χωρίς προβολείς...

 Γέμισαν τα τηλεοπτικά πλατό, κουζίνες. Υπερμοντερνες, με φωτεινά χρώματα, με λιγοστά, πάντα τακτοποιημένα αντικείμενα, Σαν να βγήκαν όλα τώρα από το κουτί! 

Σαν να είναι η κουζίνα ενός νιόπαντρου ζευγαριού... Αστράφτουν τα σκεύη από τούς προβολείς, οι παρουσιαστές ακτινοβολούν από χαρά γιατί σε λίγο θα έχουν έτοιμο φαγητό για το μεσημέρι χωρίς να μετράνε υλικά και ευρώ.

 Τί θέλει καί τά σκέφτεται όλα τούτα; Μια Γυναίκα, σε μια ανώνυμη κουζίνα; Εμβόλιμα της έρχονται στο μυαλό καί οι επιμελώς φωτογραφημένες μαγειρικές δημιουργίες από τό fb. Όλα έχουν γίνει εικόνα... Ούτε μια σκιά στην καρδιά, ούτε μια ρυτίδα στο πρόσωπο, ούτε μια αράχνη στο ταβάνι, ένας λεκές από σάλτσα στο πάτωμα,ούτε πιάτα που την περιμένουν υπομονετικά, ώρες να τα πλύνει.

 Εκεί στην μέση της κουζίνας της, ένιωθε, καιρό τώρα, σαν να βρέθηκε στην μέση μιας ερήμου... Τί είναι πραγματικότητα, τί είναι αντικατοπτρισμός;  

Είναι στα αλήθεια όλα τόσο παραμυθένια, όσο βλέπει στην τηλεόραση, στο διαδίκτυο; Καί πώς να μάθει άραγε ποτέ; Ποιός θα θελήσει να μάθει πώς νιώθει μια καθημερινή Γυναίκα; 

Όλοι έχουν πάρει τό δρόμο τους καί εκείνη έμεινε πίσω. Στην μοναξιά της κουζίνας! Ψάχνει τόν εαυτό της, ανάμεσα σε πιατικα, κουζινικα, όπως τα παιδιά της άρχιζαν να ανακαλύπτουν τόν κόσμο, χωμένα μέσα στα ντουλάπια, μόλις άρχιζαν να περπατούν... Τώρα τα παιδιά πήραν το δρόμο τους καί ψάχνει εκείνη το βηματισμό της... Ψάρια τηγανητά με πατάτες βραστές... Σιγά τώρα!

 Κανένα διαδικτυακό ενδιαφέρον! Άσε που μυρίζει ολάκερη ψαρίλα... Μαλλιά, χέρια.

Χαραμαδα χαράς, ότι είχε  σήμερα, μόνο για το σήμερα ξέρει, χρήματα για να ετοιμάσει φαγητό για την οικογένεια της. Σε εποχές που άλλοι δεν έχουν ζωή , σπίτι, κουζίνα, φαγητό... 

Ναι! Αυτή ήταν μια όαση στην έρημο της καρδιάς της. 

Οι βαριές σκέψεις την κύκλωσαν πάλι όταν στάθηκε μπροστά στον νεροχύτη... Κοιτούσε αδιάφορα έξω από το παράθυρο. Καί πάλι το βουνό με τα πιάτα... Μέσα στην σιωπή τής κουζίνας, είχε κλείσει τόν απορροφητήρα, άκουσε την καρδιά της. 

Δεν ήταν τό βουνό με τα άπλυτα πιάτα, τα ασιδερωτα ρούχα, που την είχαν πλακώσει. Πού δυσκόλευαν την ανάσα της. Τίποτα από αυτά!  Δεν είναι δα πια νιοφερτη στην κουζίνα... Είναι πού μέσα της νιώθει πως μακραίνει από τα όνειρα της νιότης... Για εναν κόσμο όπου θα μπορούσε να δώσει κάθε ικμάδα της ύπαρξης της, για να γίνει καλύτερος... Για να χορτάσουν Ψωμί, Όνειρο καί Ελπίδα όλα τα παιδιά. 

Μηχανικά, με κυκλικές κινήσεις, πλένει τα πιάτα, τα τσουκαλικα. Επίμονα καθαρίζει τα λίπη όπως θα ήθελε να καθαρίσει κάθε σκιά από τίς καρδιές όλων των ανθρώπων... Καί την δική της! 

Το φόβο για το αύριο, την πανδημία, την ανασφάλεια που γεννά, το άγχος για το αυριανο φαγητό, για τον βαρύ χειμώνα που έρχεται, την αδιάκοπη αναζήτηση του νοήματος της ζωής!

 Της πήρε ώρα. Μπορεί καί ώρες... Δεν ήταν τα λίπη που είχαν κολλήσει σε μαχαιροπήρουνα, τηγάνια... Όχι ήταν μια λύπη που σαν στάμπα είχε  σημαδέψει  την καρδιά της. Ούτε καν ένα αδιόρατο δάκρυ που κύλησε στο νεροχύτη δεν την λύτρωσε... Σε ποιόν να μιλούσε;  Η κουζίνα έχει πολλή μοναξιά! Στην πραγματική ζωή. Έχει εσωτερικές μάχες καί αναζητήσεις που μένουν κλεισμένες εκεί... Καμία τηλεοπτική κάμερα, καμία φωτογραφία στο διαδίκτυο...

Η Γυναίκα της Σιωπής. Της προσφοράς. Με τα ατημέλητα μαλλιά, τα καθημερινά ρούχα, με τα θλιμμένα μάτια. Δεν θα δείτε την φωτογραφία της σε κανένα περιοδικό. Σε καμία τηλεοπτική εκπομπή.

Τα δάκρυα της, και αυτά μετέωρα όπως η ζωή της, τα ρουφάει ο νεροχύτης ή τό μαξιλάρι...  Πρέπει να βιαστεί. Σε λίγο θα επιστρέψουν τα μέλη της οικογένειας. Πρέπει να φαίνεται ανέμελη καί χαρωπή! Καί αν, δεν είναι βέβαιο,αν  την ρωτήσουν πώς πέρασε την μέρα της, αν...

 Η απάντηση είναι έτοιμη " Μια χαρά!". Έχει προβαρει καί τό χαμόγελο. Για να γίνει πιο  πειστική.

Τον σεισμό της ψυχής της τον ένιωσε η κουζίνα. Τό πλακωμα του ταβανιού... Δεν είναι βέβαιη ότι τα λόγια που ψέλλισε " Δεν έχω δικαίωμα να λυγίσω", ακούστηκαν πέρα από τα λίγα τετραγωνικά του κόσμου της. Ήταν καί το πλυντήριο ρούχων που δούλευε... Μάλλον αυτό έφταιγε!

Αγαπάμε κ Ευγενία Μαρία Κώτη. 

Share:

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε

Το κείμενο μιλάει για το πώς ήταν η ζωή πριν από μερικά χρόνια, αποκαλύπτοντας πολλές αλήθειες για το σήμερα και καταδεικνύοντας τη μεγάλη διαφορετικότητα σχετικά με το πώς μεγάλωσαν οι προηγούμενες γενιές και οι «σύγχρονες».

Καλύτερα ή χειρότερα, δεν θα σας πω εγώ αλλά θα το καταλάβετε μόνοι σας διαβάζοντας το κείμενο ως το τέλος…

”H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας…

Δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.

Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους.


Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης».

Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και… μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα.

Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες. Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.


Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά.

Σπάζαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπευθύνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν «έτρεχε τίποτα».

Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.

Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο.

Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα.


Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση.Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξίδι..

Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.

Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα – μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία.

Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Τότε, το κρυφτό ήταν “υπερπαραγωγή”: ξεκινούσε απόγευμα, αφού είχες διαβάσει και σε άφηνε η μαμά να βγεις στη γειτονιά, και τελείωνε μαζί με τις ειδήσεις της ΕΡΤ, στις 10 το βράδυ!

Παίζαμε ποδόσφαιρο ατελείωτες ώρες… Χάσαμε χιλιάδες μπάλες.

Άσε που όλοι είχαμε τα γόνατά μας καταχτυπημένα, αλλά δεν μας ένοιαζε! Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το!

Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στον σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;

Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!

Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.

Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά.

Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους… βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; )!!!! Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.

Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»… συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί….

Βέβαια μην τα ισοπεδώνουμε και όλα, υπάρχουν και παιδιά στην σημερινή εποχή που έχουν βρει  την ξεγνοιασιά τους στην μουσική στο χορό στον αθλητισμό στο θέατρο και σε πολλά άλλα εικαστικά και καλλιτεχνικά δρώμενα.

Και επίσης όλες οι πλατείες στο κέντρο της Αθήνας είναι γεμάτο με παιδιά που παίζουν στα πατώματα και τα  χώματα με πολύ λίγα Ελληνάκια μεταξύ τους, άσχετο αυτό.
Share:

30 Καθημερινές εκφράσεις που προέρχονται από την αρχαιότητα

Πηγαίνοντας μια βόλτα σε μουσεία διάβαζα πολλές τέτοιες φράσεις οπότε είπα να το ψάξω λίγο και ιδού το αποτέλεσμα!! Στον καθημερινό μας λόγο χρησιμοποιούμε διαχρονικές φράσεις λαϊκής σοφίας, την προέλευση των οποίων οι περισσότεροι δεν γνωρίζουμε.

Οι φράσεις αυτές κρύβουν μία μικρή ιστορία, με άγνωστους σε εμάς πρωταγωνιστές, η οποία αφενός έχει κάτι να μας διδάξει, και αφετέρου απεικονίζει γλαφυρά τον τρόπο ζωής και δράσης των ανθρώπων μίας άλλης εποχής. 

Στις περισσότερες των περιπτώσεων η λαϊκή αυτή σοφία, έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την συνέχεια του Ελληνισμού, εφόσον τις ίδιες φράσεις χρησιμοποιούμε και σήμερα. Οι άνθρωποι μπορεί να αλλάζουν ανάλογα με τις εποχές, ταυτόχρονα όμως, εύκολα διαπιστώνει κανείς, πως στην πραγματικότητα μοιραζόμαστε διαχρονικά τα ίδια πάθη, φόβους, ανησυχίες και ελπίδες.

ΧΤΥΠΑ ΞΥΛΟ

«Απτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Λόγω της πεποίθησης τους πως στα δένδρα κατοικούσαν νύμφες (Δρυάδες/Αμαδρυάδες) χτύπαγαν το ξύλο του κορμού των δένδρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων. Αυτή η συνήθεια συνηθίζεται ακόμα και σήμερα, όταν ακούμε κάτι το οποίο δεν θέλουμε να μας συμβεί…


ΙΔΟΥ Η ΡΟΔΟΣ, ΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ

Η παροιμιώδης αυτή έκφραση, προέρχεται από τον μύθο του Αισώπου, «Ανήρ κομπαστής», και χρησιμοποιείται για όσους καυχιούνται για κάτι και το υποστηρίζουν, αλλά αδυνατούν να αποδείξουν τα λεγόμενά τους. Σύμφωνα με τον μύθο, ένας αθλητής που βρισκόταν στην Αθήνα καυχιόνταν συνέχεια ότι σε αγώνες στην Ρόδο είχε πραγματοποιήσει ένα τεράστιο άλμα. Καθώς δεν τον πίστευε κανείς, αυτός έλεγε στους Αθηναίους να πάνε στη Ρόδο και να ρωτήσουν τους θεατές των αγώνων. Τότε ένας Αθηναίος πήγε στο σκάμμα, και με το χέρι έγραψε πάνω στην άμμο τη λέξη «Ρόδος». Κατόπιν γύρισε προς τον καυχησιάρη αθλητή και του είπε: «Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα», το οποίο έχει μείνει ως «ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Το προφανές νόημα είναι ότι ο καθένας έχει οποτεδήποτε την δυνατότητα να αποδείξει τις δυνατότητές του και δεν χρειάζεται η επίκληση μυθικών προγόνων, κατορθωμάτων κτλ.


ΜΗ ΜΟΥ ΤΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥΣ ΤΑΡΑΤΤΕ

Όταν οι Ρωμαίοι κυρίευσαν τις Συρακούσες το 212 π.Χ., μετά από τριετή αντίσταση των Ελλήνων, κάποιοι Ρωμαίοι στρατιώτες μπήκαν στο σπίτι του Αρχιμήδη, και τον βρήκαν να σχεδιάζει κύκλους στο έδαφος. Ο Αρχιμήδης τους παρακάλεσε να τον αφήσουν να τελειώσει τη λύση κάποιου σπουδαίου προβλήματος που τον απασχολούσε, εξού και οι κύκλοι στο έδαφος. Για αυτό και τους είπε το γνωστό «μη μου τους κύκλους τάραττε». Ο Ρωμαίος στρατιώτης όμως δυστυχώς και τους κύκλους του χάλασε, και τον Αρχιμήδη σκότωσε…!!!! Η φράση όμως έμεινε…


ΚΟΡΑΚΙΑΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΨΑ.

Φράση που προέρχεται από έναν αρχαιοελληνικό μύθο. Σύμφωνα με αυτόν, σε κάποια μικρή ορεινή πόλη της αρχαίας Ελλάδας, οι κάτοικοι αποφάσισαν κάποτε να κάνουν μια θυσία στο θεό Απόλλωνα. Το νερό όμως που θεωρούσαν ιερό και το χρησιμοποιούσαν στις θυσίες , βρίσκονταν ανάμεσα σε δύσβατα φαράγγια. Έπρεπε λοιπόν για αυτή τη σημαντική θυσία να στείλουν κάποιον σε αυτή τη δύσκολη και ανηφορική διαδρομή, για να φέρει το «ιερό» νερό. Ξαφνικά, ακούστηκε μια φωνή από ένα δέντρο εκεί κοντά. Ήταν η φωνή ενός κόρακα ο οποίος προσφερόταν να αναλάβει το συγκεκριμένο εγχείρημα.

Παρά την έκπληξη που ένιωσαν οι κάτοικοι ακούγοντας τη φωνή του κόρακα, αποφάσισαν να του αναθέσουν την αποστολή, μιας και με τα φτερά του θα έφτανε γρήγορα και εύκολα στην πηγή που έτρεχε το «ιερό» αυτό νερό. Έδωσαν λοιπόν, οι άνθρωποι στον κόρακα μια μικρή υδρία, αυτός την άρπαξε με τα νύχια του και πέταξε στον ουρανό με κατεύθυνση την πηγή. Ο κόρακας έφτασε γρήγορα στην πηγή. Πλάι της αντίκρισε μια συκιά γεμάτη σύκα, και λιχούδης καθώς ήταν άρχισε να δοκιμάζει μερικά σύκα. Τα σύκα όμως ήταν άγουρα, και ο κόρακας αποφάσισε να περιμένει μέχρι να ωριμάσουν, ξεχνώντας όμως την αποστολή που είχε αναλάβει για λογαριασμό των ανθρώπων. Περίμενε τελικά δύο ολόκληρες μέρες ώσπου τα σύκα ωρίμασαν.

Έφαγε πολλά μέχρι που κάποια στιγμή θυμήθηκε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο είχε έρθει στην πηγή. Άρχισε να σκέφτεται λοιπόν, πώς θα δικαιολογούσε την αργοπορία του στους κατοίκους της πόλης. Τελικά γέμισε με νερό τη μικρή υδρία, άρπαξε με το ράμφος του ένα μεγάλο φίδι το οποίο διέκρινε να κινείται κοντά στους θάμνους και πέταξε για την πόλη. Όταν ο κόρακας έφτασε στην πόλη, οι κάτοικοι θέλησαν να μάθουν το λόγο για τον οποίο άργησε να επιστρέψει με το νερό από την πηγή. Ο κόρακας αφού άφησε κάτω την υδρία και το φίδι, και ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο φίδι ρουφούσε το νερό από την πηγή, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίσει να ξεραίνεται.

Έπειτα τους είπε πως όταν το φίδι αποκοιμήθηκε, αυτός γέμισε την υδρία με το νερό και γράπωσε και το φίδι για να το παρουσιάσει στους κατοίκους. Οι άνθρωποι τον πίστεψαν και σκότωσαν το φίδι χτυπώντας το με πέτρες και ξύλα. Όμως, το φίδι αυτό ήταν του θεού Απόλλωνα, και ο θεός του φωτός οργισμένος αποφάσισε να τιμωρήσει τον κόρακα για το ψέμα του. Έτσι από εκείνη την ημέρα, κάθε φορά που ο κόρακας προσπαθούσε να πιει νερό από κάποια πηγή, αυτή στέρευε. Κράτησε πολύ καιρό το μαρτύριο αυτό της δίψας του κόρακα, μέχρι που ο Απόλλωνας τον λυπήθηκε και τον έκανε αστέρι στον ουρανό. Από τότε, όταν κάποιος διψούσε πολύ, έλεγε τη φράση « Κοράκιασα από τη δίψα ». Και αυτή η φράση έχει παραμείνει ως τις μέρες μας.


Ο ΚΛΕΨΑΣ ΤΟΥ ΚΛΕΨΑΝΤΟΣ

Αρχαία ελληνική έκφραση, (Αλωπεκίζειν προς ετέρα αλώπεκα). Παροιμία που λεγόταν για τους απατεώνες και μάλιστα σε περιπτώσεις που κάποιος εξ αυτών, επιχειρούσε να εξαπατήσει άλλον απατεώνα.


ΦΟΒΟΥ ΤΟΥΣ ΔΑΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΔΩΡΑ ΦΕΡΟΝΤΑΣ

Φράση που χρησιμοποιείται για να υποδείξει δολιότητα. Κατά την διάρκεια του Τρωικού πολέμου, O Λαοκόων ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα, προειδοποίησε τους συμπατριώτες του Τρώες, (μάταια) να μη δεχθούν το δώρο που πρόσφεραν οι Έλληνες -οι Δαναοί- στους Τρώες, όταν υποτίθεται ότι αποφάσισαν να τερματίσουν την πολιορκία τους. To προκείμενο δώρο ήταν, εννοείται, ο Δούρειος ίππος. Δώρο που αποδείχθηκε θανάσιμο και καταστροφικό για τους Τρώες, και την αγαπημένη τους πόλη, την Τροία.


ΚΑΒΑΛΗΣΕ ΤΟ ΚΑΛΑΜΙ

Είναι μια έκφραση που ίσως προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες το έλεγαν για να πειράξουν τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος αγαπούσε πολύ τα παιδιά του και όταν ήταν μικρά έπαιζε μαζί τους, καβαλώντας σαν σε άλογο, ένα καλάμι. Κάποια μέρα όμως τον είδε ένας φίλος του σε αυτή την στάση και ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και το είπε σε άλλους, για να διαδοθεί σιγά – σιγά σε όλους και να φθάσει στις μέρες μας, με αλλαγμένη την ερμηνεία του (το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα).


ΣΕ ΤΡΩΕΙ Η ΜΥΤΗ ΣΟΥ, ΞΥΛΟ ΘΑ ΦΑΣ

Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν πως ο «κνησμός», η φαγούρα, δηλαδή, του σώματος, ήταν προειδοποίηση των Θεών. Πίστευαν πως όταν ένας άνθρωπος αισθανόταν φαγούρα στα πόδια του, θα έφευγε σε ταξίδι. Όταν πάλι τον έτρωγε η αριστερή του παλάμη, θα έπαιρνε δώρα. Η πρόληψη αυτή έμεινε ως τα χρόνια μας. «Με τρώει το χέρι μου χρήματα θα πάρω», συνηθίζουμε να λέμε όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι αρχαίοι όμως, θεωρούσαν γρουσουζιά, όταν αισθανόταν φαγούρα στην πλάτη, στο λαιμό, στα αφτιά και στη μύτη.

Κάποτε για παράδειγμα, ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγις, ενώ έκανε πολεμικό συμβούλιο με τους αρχηγούς του, είδε ξαφνικά κάποιον από αυτούς να ξύνει αφηρημένος το αφτί του. Αμέσως σηκώθηκε πάνω και διέλυσε το συμβούλιο.- Θα έχουμε αποτυχία οπωσδήποτε. Οι θεοί προειδοποίησαν τον Αρίσταρχο. Ας αναβάλουμε για αργότερα την εκστρατεία. Οι Σπαρτιάτες πίστευαν ακόμη ότι τα παιδιά που αισθάνονταν φαγούρα στη μύτη τους, θα γινόντουσαν κακοί πολεμιστές. Έτσι, όταν έβλεπαν κανένα παιδί να ξύνει τη μύτη του, το τιμωρούσαν, για να μην την ξαναξύσει άλλη φορά. Από την πρόληψη αυτή βγήκε η φράση : «η μύτη σου σε τρώει, ξύλο θα φας».


ΠΡΑΣΣΕΙΝ ΑΛΟΓΑ

Όταν κάποιος σε μία συζήτηση μας λεει πράγματα με τα οποία διαφωνούμε ή μας ακούγονται παράλογα, συνηθίζουμε να λέμε: « Τί είναι αυτά που μου λες; Αυτά είναι αηδίες και πράσσειν άλογα».Το «πράσσειν άλογα» λοιπόν, δεν είναι πράσινα άλογα όπως πιστεύει πολύς κόσμος, αλλά αρχαία ελληνική έκφραση. Προέρχεται εκ του ενεργητικού απαρέμφατου του ρήματος «πράττω» ή/και «πράσσω» (τα δύο τ, αντικαθίστανται στα αρχαία και από δύο σ), που είναι το «πράττειν» ή/και «πράσσειν» και του «άλογο» που είναι ουσιαστικά το ουσιαστικό «λόγος» που σημαίνει λογική (σε μία από τις έννοιες του) με το α στερητικό μπροστά. Α-λογο το παράλογο, δηλαδή ,Πράσσειν άλογα, το να κάνει κανείς παράλογα πράγματα.


ΕΝΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΔΕ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ

Σ’ έναν από τους μύθους του Αισώπου διαβάζουμε, πως ένας άσωτος και σπάταλος νέος, αφού έφαγε όλη του την περιουσία, δεν του είχε απομείνει παρά ο καινούριος του χονδρός εξωτερικός μανδύας. Κάποια μέρα, λοιπόν, που τυχαία είδε ένα χελιδόνι να πετάει έξω από το παράθυρό του, φαντάστηκε πως ο χειμώνας είχε περάσει και πως ήρθε πια η άνοιξη. Πούλησε τότε και το μανδύα σαν αχρείαστο. Αλλά το χειμωνιάτικο κρύο είχε άλλη γνώμη και ξαναγύρισε την άλλη μέρα πιο τσουχτερό. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τη φράση αυτή με τα λόγια: « μία χελιδών έαρ ου ποιεί». Κατά τον Αριστοτέλη: «Το γάρ έαρ ούτε μία χελιδών ποιεί ούτε μία ημέρα». Επίσης, συγγενική είναι η φράση: «Μ’ ένα χελιδόνι, καλοκαίρι δεν κάνει, ούτε μια μέλισσα μέλι» και «μ’ ένα λουλούδι καλοκαίρι δε γίνεται».

ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΙΑ ΔΑΚΡΥΑ

Ο κροκόδειλος όταν θέλει να ξεγελάσει το θύμα του, κρύβεται και βγάζει κάτι παράξενους ήχους, που μοιάζουν καταπληκτικά με κλάμα μωρού παιδιού. Έτσι, αυτοί που τον ακούν, νομίζουν ότι πρόκειται για κάποιο παιδάκι και τρέχουν να το βοηθήσουν… Ο κροκόδειλος τότε επιτίθεται ξαφνικά και σκοτώνει το θύμα του. Στην αρχαία Ελλάδα ο κροκόδειλος ήταν άγνωστος, οι Έλληνες όμως έμαθαν για αυτόν από τους Φοίνικες εμπόρους, που τους γέμιζε με τρόμο και θαυμασμό για την δύναμη και την πανουργία του κροκόδειλου . Έτσι λοιπόν, παρόλο που στην Ελλάδα δεν υπήρχαν κροκόδειλοι, τα «κροκοδείλια δάκρυα», που λέμε σήμερα γι’ αυτούς που ψευτόκλαινε, είναι φράση καθαρά αρχαία ελληνική.

ΑΡΕΣ ΜΑΡΕΣ ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΕΣ

Η Έκφραση προέρχεται από αρχαίες Ελληνικές κατάρες. Στον ενικό η λέξη είναι Κατάρα Κατ-άρα Με την πάροδο των χρόνων για λόγους καθαρά εύηχους και μόνο προσετέθη και το «Μ». Δηλαδή: Κατ-άρα-μάρα. Και έτσι στη νεότερη ελληνική έγινε -αρα-μάρα, άρες μάρες, έβαλαν και την «κούφια» ομοιοκατάληκτη λέξη κουκουνάρες (κούφια δεν είναι τα κουκουνάρια;)και δημιουργήθηκε αυτή η καινούρια φράση! την λέμε όταν θέλουμε να δηλώσουμε πως ακούσαμε κάτι χωρίς νόημα και χωρίς ουσία!


ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ

Τη φράση αυτή τη βρίσκουμε για πρώτη φορά σ’ ένα στίχο του Μένανδρου (342-291 π.Χ.),που μιλάει για το γάμο. Ο ποιητής γράφει ότι ο γάμος «…εάν τις την Αλήθειαν σκοπή, κακόν μεν εστίν, άλλ’ αναγκαίον κακόν». Δηλαδή: Εάν θέλουμε να το εξετάσουμε στο φως της αλήθειας, ο γάμος είναι μεν ένα κακό, αλλά «αναγκαίον κακόν». Σ’ ένα άλλο απόσπασμα του Μένανδρου διαβάζουμε -ίσως για παρηγοριά για τα παραπάνω- την εξής περικοπή: «Πάντων ιατρός των αναγκαίων κακών χρόνος εστίν». Επίσης: «αθάνατον εστί κακόν αναγκαίον γυνή». Δηλαδή, η γυναίκα είναι το αιώνιο αναγκαίο κακό.

ΚΑΤΑ ΦΩΝΗ ΚΙ Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ

Στην αρχαιότητα , όταν ένας γάιδαρος φώναζε πριν αρχίσει μια μάχη, νόμιζαν ότι οι θεοί τους προειδοποιούσαν για τη νίκη. Κάποτε ο Φωκίωνας ετοιμαζόταν να επιτεθεί στους Μακεδόνες του Φιλίππου, αλλά δεν ήταν και τόσο βέβαιος για το αποτέλεσμα, επειδή οι στρατιώτες του ήταν λίγοι. Τότε αποφάσισε ν’ αναβάλει για μερικές μέρες την επίθεση, ώσπου να του στείλουν τις επικουρίες, που του είχαν υποσχεθεί οι Αθηναίοι. Πάνω, όμως, που ήταν έτοιμος να διατάξει υποχώρηση, άκουσε ξαφνικά τη φωνή ενός γαϊδάρου από το στρατόπεδο του. – Κατά φωνή κι ο γάιδαρος! έκανε ενθουσιασμένος ο Φωκίωνας. Και διέταξε ν’ αρχίσει η επίθεση, με την οποία νίκησε τους Μακεδόνες. Από τότε ο λόγος έμεινε, και τον λέμε συχνά, όταν βλέπουμε ξαφνικά κάποιο φίλο μας, που δεν τον περιμέναμε.


ΔΕΝ ΙΔΡΩΝΕΙ Τ’ ΑΥΤΙ ΤΟΥ

Την φράση αυτή την χρωστάμε στον πατέρα της Ιατρικής τον Ασκληπιό. Όταν κάποια νεαρή τον ρώτησε, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να κάνει τον νεαρό που της άρεσε να την αγαπήσει, αυτός απάντησε : «Να τον κλείσεις σ’ ένα πολύ ζεστό δωμάτιο, την συμβούλευσε, και αν ιδρώσουν τ αφτιά του, θα σ αγαπήσει. Αν δεν ιδρώσουν, μην παιδεύεσαι άδικα». Από την περίεργη αυτή συμβουλή του Ασκληπιού, έμεινε ως τα χρόνια μας η φράση «δεν ιδρώνει τ’ αυτί του», που τη λέμε συνήθως, για τους αναίσθητους και αδιάφορους.


ΔΙΝΩ ΤΟΠΟ ΣΤΗΝ ΟΡΓΗ.

Δώσε τόπο της οργής», φράση που την βρίσκουμε στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (718): «είκε θυμώ και μετάστασιν δίδου». Αυτά τα λόγια λεει ο Αίμωνας στον πατέρα του τον Κρέοντα , που επιμένει να τιμωρήσει την Αντιγόνη, γιατί δεν υπάκουσε στη διαταγή του και έθαψε τον αδελφό της Πολυνείκη. «Είκε» σημαίνει υποχώρησε, «θυμώ και» αντί «και θυμώ μετάοτασιν δίδου» , δηλαδή, και άλλαξε γνώμη, δηλαδή, δώσε τόπο στην οργή. Στις «Ευμενίδες» του Αισχύλου (847) λεει η θεά Αθηνά στο Χορό (των Ευμενίδων): «οργάς ξυνοίσω σοι γεραιτέρα γαρ ει». Η λ έξη οργή έχει και τη σημασία: διάθεσης, των αισθημάτων, όπως κι εδώ «θα δώσω τόπο στην οργή», θα υποχωρήσω και θα ανεχθώ τις διαθέσεις σου (ξυνοίσω που σημαίνει συνοίσω , μέλλων του συμφέρω, εδώ ανέχομαι, συγχωρώ, υπομένω), γιατί είσαι γεροντότερη (Ευριπ. Ελ. 80, Απόσπ. 31) «οργή είκειν» κ.ά.


ΚΑΛΛΙΟ ΑΡΓΑ ΠΑΡΑ ΠΟΤΕ

Όταν ο Σωκράτης, σε περασμένη πια ηλικία αποφάσισε να μάθει κιθάρα, τον πείραξαν οι φίλοι του, λέγοντας του: «Γέρων ών κίθαριν μανθάνεις;…». Κι ο Σωκράτης τότε απάντησε: «Κάλλιον οψιμαθής ή αμαθής (παραμένειν)».


ΤΟΥ ΠΗΡΕ ΤΟΝ ΑΕΡΑ.

Η έκφραση αυτή έχει παραμείνει από την αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα από τις ναυμαχίες που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες. Οποίος μπορούσε να εκμεταλλευτεί καλύτερα τον αέρα μπορούσε να κινηθεί πιο γρήγορα άρα και να νικήσει. Έτσι οποίος έπαιρνε τον αέρα ήταν και ο νικητής. ΑΕΡΑ! Στην αρχαία Ελλάδα, όταν άρχιζε κάποια μάχη, οι πολεμιστές έπεφταν πάνω στον αντίπαλό τους, φωνάζοντας «αλαλά», λέξη που δεν είχε κανένα νόημα, αλλά ήταν απλώς πολεμική κραυγή. Απ’ αυτό, ωστόσο, βγήκε η λέξη «αλαλάζω» και η αρχαία φράση «ήλόλαζον την νίκην». Ο αλαλαγμός χρησιμοποιήθηκε και στους νεότερους πολέμους, τόσο για εμψύχωση των πολεμιστών, ιδίως στις εφόδους, όσο και σαν επωδός της νίκης, αφού αντικαταστάθηκε η λέξη «Αλαλά» με τη λέξη «Aέρα».

Αλλά ποιο ήταν πάλι το γεγονός εκείνο που έκανε τη λέξη «Αέρα» να επικρατήσει σαν πολεμική κραυγή;Κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων (1912-13), οι οβίδες του εχθρού, που χτυπούσαν εναντίον των οχυρωματικών θέσεων του στρατού μας, δεν έφερναν σχεδόν κανένα αποτέλεσμα, εκτός από το δυνατό αέρα, που δημιουργούσαν ολόγυρα οι εκρήξεις. Σε κάθε τέτοια, λοιπόν, αποτυχημένη βολή, οι Έλληνες στρατιώτες -προπαντός όμως οι θρυλικοί Τσολιάδες- φώναζαν όλοι μαζί «Αέρα!», θέλοντας με τον τρόπο αυτό να εκδηλώσουν τη χαρά τους για την εχθρική αποτυχία (ειπώθηκε για πρώτη φορά από εύζωνα του 1/38 Συντάγματος Ευζώνων). Η λέξη, όμως, «Αέρα» έγινε ένα πραγματικό σύμβολο κατά τον πόλεμο της 28ης Οκτωβρίου 1940.


ΤΑ ΤΣΟΥΞΑΜΕ

Στην αρχαιότητα, υπήρχαν πολλές γυναίκες, που έπιναν πολύ κρασί, ανακατεύοντας το ποτό τους με μια ειδική σκόνη, που έκανε το κρασί να γίνεται πιο πικάντικο. Απ’ αυτό βγήκε και η φράση «τα τσούξαμε».


ΕΣ ΑΥΡΙΟΝ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ

Αυτή η παροιμιακή φράση είναι του Πλουτάρχου, από το βίο του Πλουτάρχου που αναφέρεται στον Πελοπίδα. Ανήκει στον Θηβαίο στρατηγό Αρχία (4ος αι. π.Χ.), φίλο των Σπαρτιατών, όταν σε ένα συμπόσιο κάποιος του πήγε ένα γράμμα, που περιείχε την πληροφορία ότι κινδύνευε από τους δημοκρατικούς και τον Πελοπίδα που είχε επιστρέψει στη Θήβα από την Αθήνα κρυφά. Βρισκόμαστε στο 379 π.Χ.

Ο Αρχίας, πάνω στο γλέντι και μέσα στη χαρά του, πάνω στη μέθη της δύναμής του και της εξουσίας, αμέλησε να το ανοίξει. Αντί να ανοίξει την επιστολή και να τη διαβάσει, την έβαλε στην άκρη λέγοντας «εις αύριον τα σπουδαία», δηλαδή αύριο θα διαβάσω τα σημαντικά πράγματα που περιέχει αυτή η επιστολή. Αυτό ήταν και το λάθος του. Σε λίγο δολοφονήθηκε και αυτός και οι φίλοι του.


ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΟΣ

Με την φράση «από μηχανής θεός» χαρακτηρίζουμε ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός, που με την απροσδόκητη εμφάνισή του, δίνει μια λύση ή μια νέα εξέλιξη σε περίπτωση αμηχανίας ή διλήμματος. Η καταγωγή της έκφρασης αυτής, ανάγεται στην αρχαία ελληνική δραματική ποίηση και ειδικότερα στην τραγωδία. Συγκεκριμένα, σε αρκετές περιπτώσεις ο τραγικός ποιητής οδηγούσε σταδιακά την εξέλιξη του μύθου σ’ ένα σημείο αδιεξόδου, με αποτέλεσμα η εξεύρεση μιας λύσης να είναι πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη.

Τότε, προκειμένου το θεατρικό έργο να φτάσει σε ένα τέλος, συνέβαινε το εξής: εισαγόταν στο μύθο ένα θεϊκό πρόσωπο, που με την παρέμβασή του έδινε μια λύση στο αδιέξοδο και το έργο μπορούσε πλέον να ολοκληρωθεί ομαλά. Η έκφραση «ο από μηχανής θεός» καθιερώθηκε, επειδή αυτό το θεϊκό πρόσωπο εμφανιζόταν στη σκηνή του θεάτρου με τη βοήθεια της «μηχανής», δηλαδή ενός ξύλινου γερανού, ώστε να φαίνεται ότι έρχεται από ψηλά, ή καμιά φορά από καταπακτή, εάν επρόκειτο για θεό του Άδη . Ουσιαστικά, δηλαδή, πρόκειται για μια περίπτωση επιφάνειας (θεϊκής δηλαδή εμφάνισης στους θνητούς), που συνέβαινε στο τέλος μιας τραγωδίας, διευκολύνοντας τον τραγικό ποιητή να δώσει μια φυσική λύση στο μύθο του έργου του.


ΤΑ ΣΠΑΣΑΜΕ

Οι αρχαίοι Κρήτες την παραμονή του γάμου τους, συγκέντρωναν σε ένα μεγάλο δωμάτιο διάφορα πήλινα βάζα κι ενώ τραγουδούσαν και χόρευαν, τα έσπαζαν ένα ένα. Η συνήθεια αυτή με τον καιρό, γενικεύτηκε σε όλη την Ελλάδα. Από αυτή την συνήθεια βγήκε η φράση «τα σπάσαμε» που τη λέμε μετά από κάθε διασκέδαση.


ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΚΑΥΓΑ

Ένα από τα αγαπημένα θεάματα των Ρωμαίων και αργότερα των Βυζαντινών, ήταν η ελεύθερη πάλη. Οι περισσότεροι από τους παλαιστές, ήταν σκλάβοι, που έβγαιναν από το στίβο με την ελπίδα να νικήσουν και να απελευθερωθούν. Στην ελεύθερη αυτή πάλη επιτρέπονταν τα πάντα γροθιές, κλωτσιές, κουτουλιές, ακόμη και το πνίξιμο.Το μόνο που απαγορευόταν αυστηρά ήταν οι γρατσουνιές. Ο παλαιστής έπρεπε να νικήσει τον αντίπαλό του, χωρίς να του προξενήσει την παραμικρή αμυχή με τα νύχια, κάτι που δεν ήταν εύκολο, καθώς τα νύχια των σκλάβων, ήταν μεγάλα και σκληρά από τις βαριές δουλειές που έκαναν.Γι’ αυτό λίγο προτού βγουν στο στίβο, άρχιζαν να τα κόβουν, όπως μπορούσαν, με τα δόντια τους. Από το γεγονός αυτό βγήκε κι η φράση «τρωει τα νύχια του για καβγά».


ΓΙΑ ΨΥΛΛΟΥ ΠΗΔΗΜΑ

Από τον πρώτο αιώνα η επικοινωνία των Ρωμαίων με τον ασιατικό κόσμο, είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή πληθώρας γελοίων και εξευτελιστικών δεισιδαιμονιών, που κατέκλυσαν όλες τις επαρχίες της Ιταλίας. Εκείνοι που φοβόντουσαν το μάτιασμα, κατάφευγαν στις μάγισσες, για να τους ξορκίσουν μ’ ένα πολύ περίεργο τρόπο: Οι μάγισσες αυτές είχαν μερικούς γυμνασμένους ψύλλους, που πηδούσαν γύρω από ένα πιάτο με νερό. Αν ο ψύλλος έπεφτε μέσα και πνιγόταν, τότε αυτός που τον μάτιασε ήταν εχθρός. Αν συνέβαινε το αντίθετο -αν δεν πνιγόταν δηλαδή-τότε το μάτιασμα ήταν από φίλο, πράγμα που θα περνούσε γρήγορα. Κάποτε μια μάγισσα υπέδειξε σ’ έναν πελάτη της ένα τέτοιο εχθρό με τ’ όνομα του. Εκείνος πήγε, τον βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή «βεντέτα» ανάμεσα σε δύο οικογένειες, που κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, από το δραματικό αυτό επεισόδιο, που το προξένησε μια ανόητη πρόληψη, βγήκε και έμεινε παροιμιακή η φράση: «Για ψύλλου πήδημα».


ΤΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΣΤΟ ΧΕΡΙ

Με τη φράση αυτή εννοούμε ότι κάποιον τον διώχνουμε, τον απολύουμε από τη δουλειά του για διάφορους λόγους. Αυτή η έκφραση ξεκίνησε από ένα παλιό έθιμο, που είχε την πρώτη εφαρμογή του στη Βαβυλωνία. Όταν ο βασιλιάς ήθελε να αντικαταστήσει έναν άρχοντα, είτε γιατί ήταν ανεπαρκής, είτε γιατί με κάποια σφάλματά του είχε πέσει στη δυσμένειά του, του έστελνε ένα ζευγάρι από παλιά παπούτσια με γραμμένο από κάτω το όνομα αυτού που το λάβαινε. Το έθιμο αυτό το πήραν από τους Βαβυλώνιους και οι Βυζαντινοί και το διατήρησαν ως τα τελευταία χρόνια της αυτοκρατορίας. Σχέση έχει και η άλλη φράση που λέμε: «σε γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια». Δηλαδή δεν σε υπολογίζω, δε σου δίνω αξία, σημασία, σε αγνοώ

Αρχαία Ελλάς!

Share:

Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες

 Δυναμικά λοιπόν μπαίνει ο Σεπτέμβριος.


Μπορεί να λέμε καλό φθινόπωρο και να περιμένουμε το πρώτο χτύπημα του κουδουνιου, αλλά σήμερα, 1 Σεπτεμβρίου 2021, είναι Αγίων Σαράντα Παρθένων και ασκητριών, Αγίου Ιησού του Ναυή, Οσίου Μελετίου του νέου, Οσίου Συμεών του Στυλίτου. 

Γιορτάζουν:

Αδαμάντιος, Αδάμος, Αδάμης, Αδάμας, Διαμαντής, Αδαμαντία, Αμάντα, Άντα, Διαμαντούλα, Διαμάντω, Ρουμπίνη *
Μαντώ
Αθηνά
Ακριβή
Αντιγόνη, Γόνη
Ασπασία
Αφροδίτη, Φρέγια
Διώνη, Διόνη
Δωδώνη
Ελπινίκη
Ερασμία
Ερατώ, Τέτη
Ευτέρπη
Θάλεια
Θεανώ
Θεονύμφη
Καλλιρόη, Καλλιρρόη
Καλλίστη
Κλειώ
Κλεονίκη
Κλεοπάτρα, Κλειώ, Πάτρα, Πατρούλα, Πατρίτσα *
Κοραλία
Ράλλης, Ραλλία, Ραλία, Ραλλού, Ραλού
Μαργαρίτης, Μαργαρίτα *
Μαριάνθη
Μελπομένη, Μέλπω
Μόσχω, Μοσχούλα
Ουρανία, Ράνια *
Πανδώρα
Πηνελόπη, Μπηλιώ, Μπιλιώ, Πίτσα
Πολύμνια
Πολυνίκη, Πολύνα, Πόλυ
Σαπφώ
Τερψιχόρη
Χαϊδευτός, Χάιδω
Χαρίκλεια, Χαρά, Χαρούλα *
Ιησούς
Μελέτιος, Μελέτης, Μελετία, Μελετούλα, Μελετίνα *
Συμεών, Συμεώνης, Σύμος, Συμεωνή, Συμεωνία, Συμεώνα, Σύμη *
Ισμήνη
Πολυτίμη
Αγίων Σαράντα Παρθένων και ασκητριών, Αγίου Ιησού του Ναυή, Οσίου Μελετίου του νέου, Οσίου Συμεών του Στυλίτου

Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες

Οι Άγιες αυτές γυναίκες έζησαν την εποχή του βασιλέως Λικινίου στην Αδριανούπολη της Θράκης. Ο ηγεμών της περιοχής Βάβδος (περί το 305 μ.Χ.) τις συνέλαβε ως χριστιανές και τις προέτρεπε να προσκυνήσουν τα είδωλα. Η Κελσίνα, μία εξ αυτών και η πρώτη της πόλεως, μετά τη θαρραλέα ομολογία της πίστεώς της τις εσύναξε όλες στην οικία της μαζί με τον διδάσκαλό τους, διάκονο Άγιο Αμμούν, για να ενισχυθούν προς το μαρτύριο. Ο Αμμούν πήρε το χαρτί με τα ονόματά τους και τα διάβασε δυνατά ένα-ένα. Ύστερα είπε: "Αγωνισθήτε υπέρ του Χριστού δια του μαρτυρίου, διότι έτσι θα καθίσει και ο Δεσπότης Χριστός στην πύλη της ουρανίου βασιλείας και θα σας προσκαλεί μία-μία κατ’ όνομα, για να σας αποδώσει τον στέφανο της αιωνίου ζωής".

Όταν και πάλι τις ανέκρινε ο ηγεμών, ομολόγησαν όλες σταθερά την πίστη τους. Με την προσευχή τους συνέτριψαν τα είδωλα και ο ιερεύς των ειδώλων ανυψώθηκε στον αέρα, μέχρις ότου, βασανιζόμενος από πύρινους αγγέλους, έπεσε νεκρός στη γη. Τότε ο Βάβδος πρόσταξε να κρεμάσουν τον Άγιο Αμμούν, να του ξύσουν τις πλευρές, να κάψουν τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες και να του φορέσουν στο κεφάλι χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.

Επειδή ο Άγιος διαφυλάχθηκε αβλαβής από τα μαρτύρια, οδηγήθηκε μαζί με τις μαθήτριές του από τη Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγορά της Βουλγαρίας) στην Ηράκλεια, στον βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ οδόν εμφανίσθηκε ο Κύριος και τους ενεθάρρυνε. Φθάνοντας στην πόλη πήγαν στον τόπο, όπου είχαν κατατεθεί τα τίμια λείψανα της Αγίας μάρτυρος Γλυκερίας (βλέπε 13 Μαΐου). Ενώ διανυκτέρευαν εκεί προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε η Αγία λέγοντας: "Καλώς ήλθατε, άγιες δούλες του Θεού! Προ πολλού περίμενα την λαμπρή εν Χριστώ συνοδεία σας, για να χορεύσωμε στεφανωμένες όλες μαζί με τους αγίους αγγέλους στην βασιλεία του Χριστού, τον οποίο μέχρις αίματος ομολογήσαμε".

Στην Ηράκλεια τους έριξαν στα θηρία. Οι άγιες γυναίκες μαζί με τον διδάσκαλό τους προσευχήθηκαν όρθιες με υψωμένα τα χέρια, τα δε θηρία κατελήφθησαν από ύπνο και δεν τους άγγιξαν. Την ώρα που οι στρατιώτες άναβαν φωτιά για να τις ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στον ασεβή Λικίνιο την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τη νίκη του χριστιανισμού και την κατάργηση της ειδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν με το σημείο του σταυρού και δέκα από αυτές πήδησαν αγαλλόμενες μέσα στις φλόγες υμνώντας τον Θεό, ο οποίος εδρόσισε το πυρ. Έτσι, αυτές μεν ετελειώθησαν εν ειρήνη στην πυρά, οκτώ δε αποκεφαλίστηκαν μαζί με τον διδάσκαλό τους Αμμούν. Από τις υπόλοιπες οι δήμιοι άλλες κατέσφαξαν και σε άλλες έβαλαν στο στόμα πυρακτωμένα σίδερα.

Τα ονόματά τους έχουν διασωθεί στο αρχαίο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) και είναι: Λαυρεντία η διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (η Θεόκλεια), Δωροθέα, Ευτυχιανή, Θέκλα, Αρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Ευλαλία (η Ευθυμία), Λαμπροτάτη, Ευφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ακυλίνα, Θεοδούλη, Απλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παύλα, Ιουλιάνα, Αμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (η Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Αγαθονίκη, Ιούστα, Ειρήνη, Ματρώνα (η Αγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Άννα (η Ανθούσα

Share:

ΔΗΜΟΦΙΛΗΣ

> Ελπίζουμε να βασιστούμε σε πιστούς αναγνώστες και όχι σε ακανόνιστες διαφημίσεις. Ευχαριστώ!

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Blog Archive

Recent Posts